Ibis - translation to γερμανικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Ibis - translation to γερμανικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
IBIS; IBIS (disambiguation)

Ibis         
n. ibis, long-legged wading bird which lives in warm and tropical regions
wood stork         
  • Nesting colony in Georgia, United States
  • Eggs of the wood stork
  • Wood storks copulating
  • Two wood stork chicks at their nest
  • A wood stork foraging
  • The wood stork's head much resembles that of an [[ibis]].
  • A wood stork in flight
  • with juvenile [[Yacare caiman]], [[Brazil]]
  • A wood stork shading its young
SPECIES OF BIRD
Mycteria americana; Wood-Ibis; Wood Ibis; Wood Stork; Wood ibis; Wood storks; American woodstork
n. Weißstorch, der Ibis ähnlicher Storch der Schreitvögel Ordnung gehörend und Langstreckenzieher
ibis      
n. Ibis (Vogelart)

Ορισμός

ibis
['??b?s]
¦ noun (plural ibises) a large wading bird with a long downcurved bill, long neck, and long legs. [Threskiornis, Plegadis, and other genera: numerous species.]
Origin
ME: via L. from Gk.

Βικιπαίδεια

Ibis (disambiguation)

An ibis is a long-legged bird.

Ibis or IBIS may also refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Ibis
1. Nach Daten des Informationsdienstleisters Ibis unterstellen die Analysten für das Jahr 2006 im Schnitt ein Gewinnwachstum der Dax–Unternehmen von 14 Prozent.